Το παιχνίδι αποτελεί ένα ουσιαστικό μέρος της ανάπτυξης κάθε παιδιού. Πότε όμως ξεκινά αυτό το στάδιο και πώς μπορούμε να το αναγνωρίσουμε;
Το παιχνίδι στα βρέφη ξεκινά από τα πρώτα κιόλας στάδια της ζωής τους και μπορεί να διεξαχθεί με δυο τρόπους, είτε ατομικά να παίζουμε δηλ. με το μωρό όταν αυτό είναι μόνο του, είτε ομαδικά πολλά μωράκια μαζί. Σε κάθε περίπτωση τα μωρά είτε με τον ένα είτε με τον άλλο τρόπο είναι σε θέση να μάθουν πολλά για τον κόσμο γύρω τους μέσα από την κίνηση και το παιχνίδι.
Από πολύ μικρή ηλικία οι κινήσεις των βρεφών έχουν ρυθμικό και διερευνητικό χαρακτήρα. Μερικοί ψυχολόγοι κατατάσσουν αυτόν τον πρόωρο τύπο συμπεριφοράς ως εξερευνητικό και δεν τον προσομοιάζουν με παιχνίδι. Ως παράδειγμα δίνουν τη στάση που έχουν τα νεαρά βρέφη όταν τοποθετούνται οριζόντια στην αλλαξιέρα τους. Με λιγότερα ρούχα, τα άκρα τους είναι ελεύθερα να μετακινηθούν και αυτό τους επιτρέπει να εκτελούν κυκλικές, ή άλλες επαναλαμβανόμενες κινήσεις τόσο με τους βραχίονες όσο και με τα πόδια. Ωστόσο κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, το πρόσωπο των μικρών θα αποκτήσει όψη που θα δείχνει την ικανοποίηση τους για την προσπάθεια αυτή καθώς και μια παιχνιδιάρικη διάθεση. Κατ’ επέκταση αν το να χοροπηδά επαναλαμβανόμενα πάνω-κάτω, για το μεγαλύτερο παιδί σημαίνει παιχνίδι τότε σίγουρα για τα βρέφη η στάση και οι κινήσεις τους στην αλλαξιέρα, σημαίνουν ταυτόχρονα παιχνίδι καθώς και απίστευτη ικανοποίηση, και χαρά για την ανακάλυψη της κίνησης.
Μόλις τα βρέφη έχουν αναπτύξει αρκετά τους μύες τους ώστε να μπορούν να κινήσουν ανεξάρτητα το κεφάλι από το υπόλοιπο σώμα τους, θα αρχίσουν τότε να παρακολουθούν με τα μάτια τους αντικείμενα, μετακινώντας το κεφάλι τους προς αυτά ώστε να κρατήσουν την επαφή. Εκπαιδευτικά παιχνίδια που βοηθούν ως προς αυτό το αποτέλεσμα, αναπτύσσοντας τις φυσικές τους δραστηριότητες και διεγείροντας την οπτική τους συμπεριφορά αποτελούν τα «κρεμαστά» αντικείμενα που τοποθετούνται στις κούνιες ή στα «στρωματάκια δραστηριοτήτων» των βρεφών. Παράλληλα με την ανάπτυξη των φυσικών ικανοτήτων τους, τα βρέφη αποκτούν την ικανότητα να παίζουν ασκώντας διερευνητικές κινήσεις, οι οποίες εξελίσσονται με το χρόνο και την πρακτική.
Μέσα σε λίγους μήνες, τα βρέφη αρχίζουν να τελειοποιούν τις κινητικές τους δεξιότητες – τα μωρά πλέον μπορούν να δουν την κίνηση ενός αντικειμένου όταν αυτό περνά από τη μία πλευρά στην άλλη. Βάζουν τα αντικείμενα στο στόμα τους ή τα ρίχνουν κάτω. Αυτά είναι όλα τα παραδείγματα με τα οποία τα μωρά από νωρίς πειραματίζονται στην προσπάθειά τους να γνωρίσουν τον κόσμο γύρω τους. Επαναλαμβάνοντας όλες τις παραπάνω κινήσεις ανακαλύπτουν πως τα αντικείμενα πάντα πέφτουν προς τα κάτω ή μπορούν να ανακαλέσουν ένα αντικείμενο σκεπασμένο με μια κουβέρτα όταν η κουβέρτα καταργηθεί. Τα βρέφη διαισθητικά καταλαβαίνουν για τη βαρύτητα, από την παιδική ηλικία ενώ επιπρόσθετα από το δεύτερο εξάμηνο του πρώτου έτους τους αρχίζουν να κατανοούν ότι μόνο και μόνο επειδή ένα αντικείμενο είναι κρυμμένο από άποψη, αυτό δεν σημαίνει ότι έχει εξαφανιστεί. Αυτό συμβαίνει διότι έχουν την κατανόηση αυτού που οι ψυχολόγοι ονομάζουν «μονιμότητα αντικειμένου».
Η ανάπτυξη του εγκεφάλου είναι ταχεία κατά το πρώτο έτος της ζωής των βρεφών και το να παίζουν παιχνίδια που συνδέονται με τις ικανότητες τους τα διευκολύνει στην ανάπτυξη. Για παράδειγμα, την ίδια στιγμή που τα βρέφη αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι μπορεί να επανεμφανιστεί ένα κρυμμένο αντικείμενο το να παίζουν κάποιο παιχνίδι όπως το “κρυφτό” τους δίνει μεγάλη χαρά. Οι γονείς μπορούν να συμμετάσχουν με αυτό το αλληλεπιδραστικό παιχνίδι με το μωρό τους απλά χρησιμοποιώντας τα χέρια τους ώστε να κρύψουν το πρόσωπό τους για λίγα δευτερόλεπτα και στη συνέχεια αφαιρώντας τα χέρια τους που συνοδεύεται από ένα ηχηρό «ΤΣΑ!».